Ήταν η ώρα που οι τρίδυμες αδερφάδες οι Φουκαροπούλες στέκουνταν πίσω από την πόρτα τους, όρθιες, η μια κολλητά στην άλλη, είχαν ανοίξει τρεις τρύπες αψηλά στην πόρτα, κολνούσαν απάνω τη μούρη, μελετούσαν τους διαβάτες και ξόμπλιαζαν του καθενούς τα κουσούρια και τις χάρες. Γεροντοκόρες και οι τρεις, είχαν από γεννητάτα κάτασπρα μαλλιά, φρύδια και τσίνουρα και κόκκινα ρουμπίνι μάτια, σαν του κουνελιού. Δεν έβγαιναν μέρα ποτέ έξω, δεν μπορούσαν, λέει, να δουν καλά στο φως του ήλιου και λαχτάριζαν να βραδιάσει, να σταθούν πίσω από τα τρία τρυπαλάκια και να χαζεύουν τον κόσμο που περνούσε. Κακές γλώσσες, φαρμακούσες, μες από τα τρυπαλάκια που κοίταζαν τον κόσμο δεν τους ξέφευγε μήτε μύγα, ο δρόμος ήταν περαστικός, γωνιά το σπίτι τους, εκεί που τελειώνει ο τούρκικος μαχαλάς κι αρχινούν τα χριστιανικά σπίτια. Όλους τους έβλεπαν, και κολούσαν στον καθένα και το παρατσούκλι του, που ολοζωής πια δεν τους ξεκολνούσε. Αυτές ήταν που `χαν παρανομιάσει και τον καπετάν Μιχάλη ''Κάπρο''. Αυτές είχαν παρανομοιάσει και τον αδελφό του το δάσκαλο, ''Τίτυρο''. Γιατί μια φορά που του `φερε ο πατέρας του από το χωριό ένα μεγάλο τυρί ο καλαμαράς ο γιος του ξεφώνισε: ''Τί τυρός είναι αυτός πάτερ;'' Το `μαθαν οι Φουκαροπούλες και τον έβγαλαν Τίτυρο.''
[ Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη ''Καπετάν Μιχάλης''. Πρέπει οπωσδήποτε να ήταν γραβιέρα μεγάλη, για να κάνει τέτοια εντύπωση]
Υλικά
Για το πασπάλισμα
Εκτέλεση
Καλή επιτυχία!
Συνταγή: Νεκταρία Κοκκινάκη, Φωτογραφία: Μάνος Διακαινισάκης,,Κείμενο: Γιώργος Βιτώρος, Επιμέλεια κειμένου: Νεκταρία Κοκκινάκη