Το ρόστο Νάξου, ένα από τα πλέον παραδοσιακά πιάτα του μεγαλύτερου και πιο εύφορου νησιού των Κυκλάδων, σηματοδοτεί γευστικά όλες τις χαρούμενες, οικογενειακές ή συλλογικές, στιγμές των Ναξιωτών, από τους γάμους, τις γιορτές και τις βαπτίσεις τους, έως τα πανηγύρια και τα αποκριάτικα τραπέζια τους. Η ονομασία του προέρχεται από την ιταλική λέξη arrosto, που σημαίνει ψητό, γιατί η αλήθεια είναι πως το ρόστο, είναι μεν κοκκινιστό χοιρινό κρέας, όμως όλη η τέχνη της νοστιμιάς του κρύβεται στο αργό και υπομονετικό μαγείρεμά του, το ψήσιμό του όπως έλεγαν οι παλιές νοικοκυρές, οι οποίες προσέθεταν λίγο πελτέ στο φαγητό, τόσο όσο ήταν απαραίτητο για να πάρει ένα ωραίο χρώμα. Άλλωστε, στις δύσκολες προ ηλεκτρισμού εποχές, ο πελτές ήταν η μόνη μορφή ντομάτας που υπήρχε στα νησιώτικα σπίτια κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τότε που κυρίως πραγματοποιούνται τα χοιροσφάγια και καταναλώνεται το χοιρινό κρέας. Εννοείται βέβαια, ότι το ρόστο παρασκευάζεται και όλο τον υπόλοιπο χρόνο, τότε όμως κυρίως με κρέας κατσικιού ή προβάτου. Και μιας και αναφερθήκαμε σε αυτά τα δύο είδη κρέατος, τα τόσο δημοφιλή για τις νησιωτικές κυρίως κουζίνες, πρέπει οπωσδήποτε να αναφερθούμε σε μία ακόμα εμβληματική συνταγή του νησιού, το πασχαλινό γεμιστό αρνάκι ή κατσικάκι, η γέμιση του οποίου, που ονομάζεται μπατούδο στην ορεινή Νάξο ή μπάτουδο στην πεδινή, αποτελείται από ρύζι, συκωτάκια και ψιλοκομμένα χορταρικά -σέσκουλα, άνηθο ή και μάραθο.
Υλικά
Εκτέλεση
Καλή επιτυχία!
Συνταγή : Κοκκινάκη Νεκταρία, Κείμενο: Μαρινάκη Κατερίνα, Επιμέλεια κειμένου : Κοκκινάκη Νεκταρία, Φωτογράφιση : Χριστοδουλάκης Μιχάλης